(Κείμενο που δημοσιεύθηκε πρωτη φορά στις 14-9-2018)
«Βασίλισσα και δόξα και καμάρι όλης της γης
ήταν η Σμύρνη, η ωραία πόλη.
Και το πιο ανεκτίμητο μαργαριτάρι της Ανατολής
Σμύρνη μου ωραία πόλη.
Κληρονόμος τόσων πολλών αιώνων ιστορίας
μάνα της Ποίησης, της Τέχνης, του Νου και της Σοφίας
ήταν η Σμύρνη, η ωραία πόλη.»
George Horton
Το ημερολόγιο έγραφε 31 Αυγούστου (με το παλαιό ημερολόγιο – 13 Σεπτεμβρίου με το νέο) όταν οι τούρκοι έβαλαν φωτιά στην πόλη. Εκατοντάδες χιλιάδες οι νεκροί και πάνω από 1,5 εκατομμύριο οι ξεριζωμένοι απ’ τις προαιώνιες πατρογονικές εστίες τους. Το φως του πολιτισμού και της σοφίας έπαψε να φωτίζει γη του Ομήρου, του Θαλή, του Ηράκλειτου και του Αναξαγόρα. Η γη της Ιωνίας βυθίστηκε στο σκοτάδι και στη βαρβαρότητα.
Οι πρόσφυγες απ’ τη Μικρά Ασία όμως, έφεραν μαζί τους αυτό το φως, αυτή τη ζωτικότητα, την φιλεργατικότητα, τον προοδευτισμό κι έτσι εν πολλοίς το Ελληνικό κράτος οφείλει την σύγχρονη προοδευτική ταυτότητά σ’ αυτούς.
Κι όμως αυτοί οι άνθρωποι, οι πιο Έλληνες απ’ όλους του Έλληνες, που συνέβαλαν τα μέγιστα τόσο στην πολιτισμική, όσο και οικονομική ανάπτυξη της χώρας, όταν βασανισμένοι και κατατρεγμένοι απ’ τις πατρογονικές τους εστίες έφτασαν στην Ελλάδα αντιμετωπίστηκαν απ’ τους ντόπιους ως οι τουρκόσποροι. Ως αυτοί που έπρεπε να μείνουν εκεί να τους σφάξει ο Κεμάλ. Αγέλη τους αποκαλούσε ο τότε εκδότης της Καθημερινής Γεώργιος Βλάχος, ενώ έντεκα χρόνια μετά τη μικρασιατική τραγωδία, το 1933, ο φιλομοναρχικός εκδότης του «Πρωινού Τύπου» Νίκος Κρανιωτάκης ζητούσε επιτακτικά να επιβληθεί στους πρόσφυγες να φορέσουν κίτρινα περιβραχιόνια για να τους διακρίνουν και να τους αποφεύγουν οι Έλληνες! Ακριβώς το ίδιο που έκαναν και οι ναζί με τους Εβραίους.
Τα γεγονότα
Ας έρθουμε όμως και πάλι στα γεγονότα εκείνου του μαύρου Σεπτέμβρη. Αν καθίσει κάποιος να περιγράψει λεπτομερώς τις σφαγές και τις θηριωδίες των τούρκων θα χρειαστεί να χύσει πολλούς τόνους μελάνι. Η βιαιότητα ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Ενδεικτικά, ο πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη George Horton, σε έκθεσή του προς το Στέιτ Ντηπάρτμεντ στις 18 Σεπτεμβρίου του 1922 αναφέρει «… χιλιάδες υποφέρουν και πεθαίνουν ακόμη εις την Σμύρνη. Η κατάσταση των ανθρώπων αυτών υπερβαίνει κάθε περιγραφή. Δεν ενθυμούμαι να αναφέρεται εις την ιστορία παρόμοιο ανθρώπινο δράμα. Ενώ οι οικίες τους πυρπολούνται, οι άνθρωποι αυτοί αναμένουν επί ώρες και ημέρες στην παραλία της Σμύρνης – άνδρες, γυναίκες και παιδιά εκλιπαρούν να σταλεί ένα πλοίο για να τους παραλάβει».
Σε άλλη επιστολή του ο Αμερικάνος πρόξενος τονίζει «η τελευταία πράξη του τρομακτικού δράματος τη εξόντωσης του βυζαντινού Χριστιανισμού είναι η πυρπόληση της Σμύρνης από τα στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ. Η δολοφονία της Αρμένικης φυλής είχε κατ ουσία ολοκληρωθεί με τους διωγμούς του 1915 -16 και οι ευημερούσες και πολυάριθμες Ελληνικές κοινότητες της Μικράς Ασίας με μόνη σχεδόν εξαίρεση της Σμύρνη, είχαν καταστραφεί με πρωτοφανή αγριότητα. Έχει επικρατήσει η αντίληψη, ότι ο Τούρκος άλλαξε εν μία νυκτί. Εν τούτοις, η καταστροφή της Σμύρνης συνέβη το 1922 και ουδεμία πράξη της τουρκικής φυλής, εις την μακρά αιμοσταγή ιστορία της, χαρακτηρίζεται από τόση βαρβαρότητα και εγκληματική λαγνεία, ούτε ποτέ άλλοτε οι τούρκοι επέβαλαν τόσα βασανιστήρια σε άοπλους και απροστάτευτους πληθυσμούς. Ήταν ένα σατανικό φινάλε της τρομακτικής τραγωδίας».
Νεότουρκοι – Κεμάλ και εθνοκαθάρσεις
Η πυρπόληση της Σμύρνης ήταν η τελευταία πράξη του δράματος της σφαγής των Χριστιανικών πληθυσμών της Μικρά Ασίας. Οι εθνοκαθάρσεις εις βάρος των Αρμενίων και των Ελλήνων άρχισαν ουσιαστικά, λίγο μετά αφότου ανέλαβαν την εξουσία της παραπαίουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οι Νεότουρκοι. Μπορεί τόσο ο Ενβέρ, όσο και ο Ταλάτ Πασάς (κεφαλές των Νεότουρκων) να διαβεβαίωναν το 1908 απ’ τη Θεσσαλονίκη πως, πλέον «όλοι Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί θα ζήσουν σαν αδέρφια μακριά απ’ την τυραννία του Σουλτάνου» όμως έπραξαν τα εντελώς αντίθετα. Βέβαια οι εθνοκαθάρσεις αυτές υποδαυλίστηκαν και από τους Γερμανούς συμμάχους των Τούρκων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μιας και οι Γερμανοί φοβόντουσαν ότι οι Χριστιανικοί πληθυσμοί τις Μικράς Ασίας θα αποτελούσαν τους καλύτερους συμμάχους της τσαρικής Ρωσίας μέσα στο τουρκικό έδαφος. Ο βρώμικος ρόλος του Γερμανού Πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη Κόμη Βάγκενχαιμ, λίγο πριν και κατά την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στη γενοκτονία κυρίως Αρμενίων περιγράφεται ενδελεχώς από τον τότε πρέσβη των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη Χένρυ Μοργκεντάου.
Την πολιτική της ομογενοποίησης του πληθυσμού μέσω των γενοκτονιών συνέχισε και ο Μουσταφά Κεμάλ. Στο εθνικιστικό όραμα του, του παντουρκισμού και της μεγάλης Τουρκίας δεν χωρούσαν άλλοι λαοί στη Μικρά Ασία. Η αρχή έγινε με τον μακελάρη Τοπάλ Οσμάν και την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και ολοκληρώθηκε το Σεπτέμβρη του 1922 με την καταστροφή της Σμύρνης.
Οι εθνικόφρονες
Στη μακραίωνη ιστορία μας όσοι άγονταν και φέρονταν σαν η εθνικοφροσύνη να έρεε απ’ τα μπατζάκια τους προξένησαν τις μεγαλύτερες εθνικές τραγωδίες. Αυτό ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση της Μικρασιατικής καταστροφής.
Το 1920 η Ελλάδα συμπλήρωνε οκτώ έτη πολεμώντας. Και σα να μην έφτανε αυτό τη χώρα ταλάνιζε ο εθνικός διχασμός. Η αντιβενιζελική παράταξη, ή αλλιώς η Δεξιά του Κυρίου, ή οι θιασώτες του «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» ή εθνικόφρονες, γενικώς δηλαδή ο Δεξιός και Ακροδεξιός πολιτικός χώρος έδωσε μαθήματα περίσσιου λαϊκισμού, δημαγωγίας αλλά και εγκληματικής ανικανότητας και αδιαφορίας και πολιτικού τυχοδιωκτισμού. Με συνθήματα «τέλος ο πόλεμος» και «να γυρίσουν τα παιδιά μας στα σπίτια τους» κατάφεραν να πάρουν τις εκλογές, που κακώς εν μέσω πολέμου είχε προκηρύξει ο Βενιζέλος και χωρίς μάλιστα να έχει εξαντληθεί ο συνταγματικός κυβερνητικός χρόνος.
Προφανώς ο Βενιζέλος θεώρησε πως, οι επιτυχίες που σημειώνονταν μέχρι στιγμής στο μέτωπο θα είχαν και πολιτικό αντίκρισμα και θα του εξασφάλιζαν μια γεμάτη τετραετία, ώστε απερίσπαστος να συνεχίσει την εφαρμογή των οραμάτων του. Οκτώ όμως χρόνια συνεχών πολέμων ήταν πάρα πολλά. Ο κόσμος είχε κουραστεί και οι λαϊκιστές άδραξαν την ευκαιρία.
Όταν όμως ανήλθε στην εξουσία η Δεξιά - Ακροδεξιά, όχι μόνο δεν σταμάτησε τον πόλεμο στο μικρασιατικό μέτωπο αλλά τον συνέχισε με μεγαλύτερη ένταση. Ήθελαν κι αυτοί να καταγράψουν επιτυχίες στο ενεργητικό τους. Η φιλοδοξία δεν είναι κάτι κακό, όμως οι κυβερνήσεις της περιόδου 1920-1922 (Γούναρη, Πρωτοπαπαδάκη, Θεοτόκη, Στράτου) έκαναν ότι περνούσε απ’ το χέρι τους όχι για να επιτύχουν, αλλά για να αποτύχουν, αφού λειτούργησαν καθαρά και μόνο ιδεοληπτικά και με ιδιοτέλεια.
Το πρώτο μεγάλο πολιτικό τους ατόπημα ήταν η επάνοδος στο θρόνο του Κωνσταντίνου Α’, παρά το γεγονός ότι γνώριζαν πως ο Κωνσταντίνος ήταν κόκκινο πανί για τους συμμάχους της Αντάντ. Έτσι η χώρα οδηγήθηκε σε διπλωματική απομόνωση και έτσι ο Ατατούρκ άδραξε την ευκαιρία και άρχισε να κάνει συμφωνίες κυρίως με τους Γάλλους και τους Ιταλούς.
Η δεύτερη μεγάλη και ολέθρια πράξη τους ήταν η αντικατάσταση σχεδόν όλων των έμπειρων και μπαρουτοκαπνισμένων φιλοβενιζελικών αξιωματικών με απειροπόλεμους αντιβενιζελικούς, οι οποίοι ουσιαστικά δεν μπορούσαν να εμπνεύσουν το στράτευμα κι έτσι στο θέατρο των επιχειρήσεων της Μικρά Ασίας άρχισε να κυριαρχεί η ηττοπάθεια και οι αποτυχίες διαδέχονταν η μια την άλλη. Απ’ τους λίγους φιλοβενιζελικούς αξιωματικούς που παρέμειναν στο στράτευμα ήταν ο Συνταγματάρχης Νικόλαος Πλαστήρας και δεν είναι τυχαίο πως το 5/42 τάγμα ευζώνων που διοικούσε ήταν απ’ τα ελάχιστα τμήματα του στρατού της Μικρά Ασίας που αποχώρησε συντεταγμένο σώζοντας μάλιστα και πολλούς πρόσφυγες απ’ μανία του κεμαλικού στρατού. Ο φόβος που ενέπνεε στους τούρκους το συγκεκριμένο τάγμα ήταν τόσο μεγάλος ώστε το αποκαλούσαν σεϊτάν ασκέρ (στρατός του διαβόλου).
Σίγουρα υπήρχαν και φιλότιμοι αντιβενιζελικοί αξιωματικοί, όπως ο Στρατηγός Παπούλας, όμως στο πόλεμο δεν φτάνει συνήθως μόνο το φιλότιμο.
Το τρίτο και εγκληματικότερο όλων των πεπραγμένων τους ήταν το γεγονός, πως όταν το μέτωπο κατέρρευσε δεν λήφθηκε κανένα μέτρο προστασίας για τους Έλληνες της Σμύρνης. Ούτε καν ειδοποίησαν τον τοπικό πληθυσμό για την κατάρρευση του μετώπου και την επικείμενη καταστροφή, ώστε να μπορέσει έγκαιρα να εγκαταλείψει την περιοχή. Λίγες μέρες πριν μπουν στην πόλη οι Τούρκοι οι Έλληνες αξιωματούχοι έφυγαν κρυφά σαν κλέφτες τη νύχτα αφήνοντας τον Ελληνισμό της περιοχής στην κόψη του μαχαιριού του Κεμάλ. Θεωρούσαν οι κεφαλές των Αθηνών μέγα κίνδυνο για την πολιτική τους επιβίωση τους πρόσφυγες. Χαρακτηριστική είναι φράση του ύπατου αρμοστή της Σμύρνης Αριστείδη Στεργιάδη όταν έφευγε «ας μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ γιατί αν έρθουν στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα».
Τέλος στις πιο κρίσιμες ώρες της εκστρατείας, τις τύχες του εκστρατευτικού σώματος ανέλαβε ένας στρατηγός των σαλονιών και των δεξιώσεων, που προτιμούσε να διοικεί απ’ την ασφάλεια της Σμύρνης, ο Γεώργιος Χατζηανέστης. Και την ώρα που κατέρρεε το μέτωπο, ο Χατζηανέστης εκτός τόπου και χρόνου, χωρίς να έχει καμία συναίσθηση για την τραγωδία που βρισκόταν σε εξέλιξη, με περίσσια δόση τυχοδιωκτισμού σχεδίαζε εκστρατεία κατά της Κωνσταντινούπολης.
Πάντως παρά τις τεράστιες και εγκληματικές ευθύνες, κυρίως της πολίτικής ηγεσίας της περιόδου 1920-22, πολλοί θεωρούν πως η εκτέλεση των Έξι στο Γουδή στις 15 Νοεμβρίου του 1922, από πολιτική σκοπιά, μπορεί να θεωρηθεί ως σφάλμα, αφού όξυνε τα πάθη του εθνικού διχασμού, τα οποία βασάνιζαν τη χώρα μέχρι και μετά τη μεταπολίτευση. Για πολλούς πάλι η δίκη και εκτέλεση των Έξι ήταν ένα αναγκαία και επιβεβλημένη για να ικανοποιηθεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα και να κατευναστούν τα πνεύματα. Βέβαια δεν είναι λίγοι κι εκείνοι που υποστηρίζουν πως ήταν μια επίδειξη ισχύος των φιλοβενιζελικών, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ο Βενιζέλος προσπάθησε με κάθε τρόπο να αποτρέψει την εκτέλεση. Το μόνο σίγουρο πάντως είναι πως, σε μία εποχή που η χώρα έφτασε στα πρόθυρα αφανισμού της το να εξάγουμε εκ του ασφαλούς συμπεράσματα μετά από 96 χρόνια, για τα όσα επακολούθησαν πολιτικά την επομένη της καταστροφής είναι αρκετά παρακινδυνευμένο.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ο φωστήρ της εθνικοφροσύνης Ιωάννης Μεταξάς, κατά τη διάρκεια της δικτατορικής του εξουσίας, δεκαπέντε μόλις χρόνια μετά την μικρασιατική τραγωδία, μετονόμασε την οδό Αποστόλου Παύλου στη Θεσσαλονίκη σε οδό Κεμάλ Ατατούρκ και χάρισε το σπίτι στην πόλη όπου μεγάλωσε ο Κεμάλ στο τουρκικό δημόσιο.
Το μόνο σίγουρο είναι, πως η ήττα στη Μικρά Ασία ήταν καθαρά ήττα της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδας. Ο ίδιος Κεμάλ, μέσα στην τουρκική εθνοσυνέλευση ένα χρόνο μετά είχε πει «δεν πρέπει να λησμονούμε ότι στη Μικρά Ασία δεν ηττήθηκε ο γενναίος ελληνικός στρατός. Η πολιτική ηγεσία του ηττήθηκε…»
Οι μεγάλες δυνάμεις
Εδώ κάλλιστα θα μπορούσε να δοθεί ο τίτλος «άμα έχεις τέτοιους συμμάχους τι να τους κάνεις τους εχθρούς».
Η αλλαγή της πολιτικής ηγεσίας στην Ελλάδα το 1920 και η επάνοδος του βασιλιά Κωνσταντίνου άλλαξε και τη στάση των μεγάλων δυνάμεων της εποχής έναντι της χώρας. Μπορεί, όπως αναφέρει και ο Horton να μην βοήθησαν ενεργά των Κεμάλ, με στρατιωτική δηλαδή βοήθεια, εγκατέλειψαν όμως εντελώς στην τύχη της την Ελλάδα. Μάλιστα, κυρίως ιταλοί και γάλλοι έτρεξαν να κλείσουν συμφωνίες με τον Ατατούρκ έτσι ώστε να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους στη νέα Τουρκία.
Η αδιαφορία τους δε ήταν τόσο μεγάλη, που ενώ η Σμύρνη καιγόταν και ο πληθυσμός σφαζόταν χωρίς έλεος, τα πολεμικά πλοία των συμμάχων που ήταν αγκυροβολημένα στην προκυμαία της πόλης παρακολουθούσαν ως απαθείς θεατές το μακελειό. Μάλιστα έχουν καταγραφεί και πολλά περιστατικά που τα πληρώματα των πλοίων εμπόδισαν βίαια πολλούς Έλληνες που προσπάθησαν να ανέβουν σ΄ αυτά για να σωθούν.
Η βαρβαρότητα των τούρκων σε συνδυασμό με την σκανδαλώδη απάθεια των μεγάλων δυνάμεων απέναντι στην τραγωδία έκαναν το Horton να γράψει «έφυγα από Σμύρνη αισθανόμενος καταισχύνη, διότι ανήκα εις το ανθρώπινο γένος».
Με Σοβιετικά όπλα η σφαγή
Οι μεγάλες δυνάμεις όπως προαναφέρθηκε εγκατέλειψαν την Ελλάδα. Κάποιες δε από αυτές έτρεξαν να κάνουν συμφωνίες με τον Κεμάλ για να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους. Καμία όμως δεν παρείχε στρατιωτική βοήθεια στους Τούρκους. Κι εδώ τίθεται το ερώτημα: Πως ο Κεμάλ εκσυγχρόνισε και εξόπλισε το στρατό του;
Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι πως, ο μοναδικός προμηθευτής όπλων των Τούρκων την περίοδο 1920-22 ήταν η Σοβιετική Ένωση. Με το πρόσχημα πως οι δυτικοί διεξήγαγαν ιμπεριαλιστικό πόλεμο στα τουρκικά εδάφη, ο Λένιν βρήκε σύμμαχο στο πρόσωπο του Ατατούρκ ώστε να διασφαλίσει τα δικά του συμφέροντα και να κάνει πράξη το δικό του σοσιαλιστικό ιμπεριαλισμό. Όσοι βιαστείτε να κρίνετε τον όρο σοσιαλιστικός ιμπεριαλισμός ως ανυπόστατο αρκεί να δείτε πως καταλήφθηκε εκείνη η εποχή η Αρμενία και η Γεωργία απ’ τους Σοβιετικούς για να καταλάβετε πως μόνο ανυπόστατος δεν είναι αυτός ο όρος.
Στις 16 Μαρτίου 1921, ΕΣΣΔ και Τούρκοι υπέγραψαν Σύμφωνο Φιλίας και Αδελφότητος. Ήδη από το 1920 είχαν αρχίσει οι αποστολές εξοπλισμού και πολεμικού υλικού από την ΕΣΣΔ στην Τουρκία. Μετά όπως από την υπογραφή του συμφώνου η βοήθεια πολλαπλασιάστηκε, τόσο σε όπλα, όσο και σε πολεμικό υλικό και καύσιμα. Επίσης δόθηκαν στον Κεμάλ, ως οικονομική βοήθεια και υπέρογκα ποσά σε χρυσά ρούβλια, όταν την ίδια εποχή λιμός σάρωνε ολόκληρο το ρωσικό λαό.
Η Σοβιετική βοήθεια ήταν τόσο σημαντική που ο ίδιος ο Κεμάλ είχε πει «η νίκη της νέας Τουρκίας επί των Αγγλογάλλων και Ελλήνων κατακτητών θα χρειαζόταν ασύγκριτα μεγαλύτερες θυσίες ή και δεν θα ήταν καθόλου δυνατή, εάν δεν υπήρχε η υποστήριξη απ’ τη Ρωσία. Αυτή βοήθησε την Τουρκία και ηθικά και οικονομικά. Και θα ήταν έγκλημα, εάν το έθνος μας ξεχνούσε αυτή τη βοήθεια».
Τώρα πως τα βρήκαν οι διεθνιστές ρώσοι με τον εθνικιστή Κεμάλ δεν πρέπει να μας εκπλήσσει καθόλου μιας και υπάρχουν αρκετά ιστορικά παραδείγματα για τέτοιες παρά φύση συμμαχίες. Πάντως οι προσδοκίες του Λένιν και των συντρόφων του διαψεύσθηκαν. Ο προσανατολισμός του Ατατούρκ ήταν καθαρά δυτικός και αντικομουνιστικός. Η Τουρκία έγινε, κυρίως μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο, ο κυριότερος σύμμαχος της Δύσης στην περιοχή της Μεσογείου και βασικό αντισοβιετικό ορμητήριο στα νώτα της ΕΣΣΔ.
Τέλος για το πόσο αντικομουνιστικός ήταν ο πολιτικός προσανατολισμός της νέας Τουρκίας αρκεί να αναφέρουμε ότι, το δεξί χέρι του Κεμάλ, ο Ισμέτ Ινονού, που ανέλαβε την προεδρεία της Τουρκίας μετά το θάνατο του Ατατούρκ, είχε πει λίγο πριν το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου «κάποτε ολόκληρη η Ευρώπη θα ευγνωμονεί το Χίτλερ που την έσωσε από τη λαίλαπα του Κουμμουνισμού που ήταν έτοιμη να την κατασπαράξει».
Χέρι – χέρι στέμμα και σφυροδρέπανο
Αφού τα …κεντρικά της ΕΣΣΔ έδωσαν χείρα βοηθείας στον Κεμάλ δεν θα μπορούσε να έχει διαφορετική στάση το εν Ελλάδι παράρτημα. Το ΣΕΚΕ – ΚΚΕ συντάχτηκε με την αντιβενιζελική παράταξη.
Συντάχθηκε στο πλευρό των πιο ακροδεξιών και φιλομοναρχικών φωνών.
Αποκορύφωμα ήταν, η εν μέσω πολέμου απεργία του συνδικάτου των Σιδηροδρομικών με το πρόσχημα μισθολογικών αιτημάτων. Η κυβέρνηση έκανε επίταξη στους σιδηροδρόμους και 300 σιδηροδρομικοί, η πλειονότητα κομμουνιστές στάλθηκαν στο μικρασιατικό μέτωπο.
Εκτός απ’ αυτούς, πολλοί ήταν οι κομμουνιστές που βρέθηκαν στο στράτευμα μετά το 1920. Και φυσικά η ηγεσία του στρατού δεν αντιδρούσε στην αντιπολεμική, ανθελληνική προπαγάνδα τους αφού ήταν καθαρά αντιβενιζελική. Ούτε λίγο ούτε πολύ λοιπόν οι κουμμουνισμός την περίοδο εκείνη ήταν ταγμένος στην υπηρεσία της αντιβενιζελικής φιλομοναρχικής προπαγάνδας.
Σημειωτέον την περίοδο εκείνη καταγράφηκαν στο ελληνικό εκστρατευτικό σώμα πάνω από 60.000 λιποταξίες.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι πρώτοι που έδωσαν το σύνθημα της φυγής στην πρώτη μονάδα του μετώπου που κατέρρευσε ήταν δύο κομμουνιστές λοχίες του 41ου συντάγματος.
Στις κρίσιμες ώρες των μαχών το σύνθημα που φώναζαν ήταν «εμπρός για τα σπίτια μας παιδιά. Ας αφήσουμε τον Κεμάλ στη χώρα του». Και συνήθως η πλάστιγγα έγερνε υπέρ των Τούρκων.
Γίνεται αντιληπτό πως οι Έλληνες κομμουνιστές ουσιαστικά επιδίωξαν την ήττα στο Μικρασιατικό μέτωπο. Αυτό το επιβεβαιώνει άλλωστε και ο μετέπειτα γραμματέας του κόμματος Νίκος Ζαχαριάδης σε άρθρο του στο Ριζοσπάστη το 1935, όπου μεταξύ άλλων έγραφε «Αν δεν νικιόμασταν στη Mικρασία, η Τουρκία θα ήταν σήμερα πεθαμένη και μεις μεγάλη Ελλάδα!! Τη «λευτεριά» μας θα τη στηρίζαμε στην υποδούλωση του Τουρκικού λαού! Αυτό εμείς δεν το δεχόμαστε. Το αποκρούομε κατηγορηματικά. Η αστικοτσιφλικάδικη Ελλάδα στη Μικρασία πήγε όχι ως εθνικός απελευθερωτής μα σαν ιμπεριαλιστική δύναμη, όργανο των Εγγλέζων μεγαλοκαρχαριών. Πήγανε αυτού όχι μόνο για να διαιωνίσει την ξενική κυριαρχία πάνω στο Τουρκικό λαό μα και να κάνει την Τουρκία αντισοβιετικό ορμητήριο…
…Η Μικρασιατική εκστρατεία δεν χτυπούσε μόνο τη νέα Τουρκία, μα στρεφότανε και ενάντια στα ζωτικότατα συμφέροντα του Ελληνικού λαού. Γι αυτό εμείς όχι μόνο δεν λυπηθήκαμε για την αστικοτσιφλικάδικη ήττα στη Μικρασία ΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΙΩΞΑΜΕ…»
Ήταν ιμπεριαλιστικός πόλεμος η μικρασιατική εκστρατεία;
Αν το δούμε μόνο ως το γεγονός, ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής ήθελαν για δικά τους συμφέροντα η κάθε μία το διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τότε μπορούμε να μιλήσουμε για ιμπεριαλιστικό – αποικιακό πόλεμο.
Όμως από Ελληνικής πλευράς η μικρασιατική εκστρατεία μόνο ιμπεριαλιστικός πόλεμος δεν ήταν. Ήταν ένας πατριωτικός, εθνικοαπελευθερωτικός πόλεμος. Στην περιοχή υπήρχε έντονο το Ελληνικό στοιχείο, που περίμενε αιώνες την απελευθέρωσή του. Πολλές πόλεις της Μικρά Ασίας είχαν καθαρά αμιγώς ελληνικό πληθυσμό, ενώ στο σύνολο του πληθυσμού της Μικρά Ασία οι Έλληνες υπερέβαιναν το 25 με 30%. Άρα τι άλλο θα μπορούσε να κάνει η Ελλάδα απ’ το να κινηθεί για την απελευθέρωση των Ελλήνων της Μικρά Ασίας όταν μάλιστα, από το 1914-15 και μετά το Ελληνικό αλλά και γενικά το χριστιανικό στοιχείο της περιοχής δεχόταν ανηλεείς διωγμούς και σφαγές απ’ τους φασίστες – εθνικιστές Νεότουρκους;
Τέλος να σημειωθεί πως η Μικρασιατική εκστρατεία ήταν επιβεβλημένη και ως ανάγκη επιβίωσης για το Ελληνικό Κράτος. Το γεγονός και μόνο ότι, μια μεγάλη μερίδα Ελλήνων θα βρισκόταν κάτω από ξένη κυριαρχία θα δυσκόλευε την κατά πολύ την ειρηνική συνύπαρξη της χώρας με τους γείτονες και θα την έβαζε συνεχώς σε περιπέτειες που θα δημιουργούσαν οι αναπόφευκτες εξεγέρσεις των αλύτρωτών ομοεθνών.
Η μεγαλύτερη ιστορικά τραγωδία του Ελληνισμού
Η Μικρασιατική καταστροφή, ο ξεριζωμός των ελλήνων απ’ τις, για πάνω από 2500 χρόνια, πατρογονικές του εστίες αποτελεί τη μεγαλύτερη τραγωδία του Ελληνισμού. Ακόμη μεγαλύτερη κι απ’ την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Θα μπορούσαν να γραφτούν πολλοί επίλογοι σ΄ ένα άρθρο για την καταστροφή της Σμύρνης. Κανένας όμως δεν θα αντικατόπτριζε τόσο καθαρά το γιατί αυτή η καταστροφή είναι η μεγαλύτερη τραγωδία για τον Ελληνισμό, όσο ο επίλογος του βιβλίου «Χαμένες Πατρίδες» τους αείμνηστου υπουργού και δημοσιογράφου Γιάννη Καψή, ο οποίος αναφέρει:
«Πριν 500 χρόνια ο τελευταίος Βυζαντινός Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έπεφτε, πολεμώντας στην Πύλη του Ρωμανού ως ο Βασιλιάς των Ελλήνων. Ο Μωάμεθ μπήκε στην Πόλη, πέρασε έφιππος στην Αγία Σοφία κι άφησε το ίχνος των ματοβαμένων χεριών του στις μαρμάρινες κολώνες της. Αλλ’ η Βασιλεύουσα δεν έπεσε – το όνειρο της Μεγάλης Ελλάδας διατήρησε όλη τη λαμπρότητά του.
Θέρμαινε τις ψυχές των σκλάβων πέντε ολόκληρους αιώνες. Και στα κρυφά σχολεία, αντί για προσευχές, οι ρασοφορεμένοι δάσκαλοι ψιθύριζαν «Πάλι με χρόνια, με καιρούς, πάλι δικά μας θάναι.
Σήμερα το όνειρο έχει διαλυθεί, το λυχνάρι της ελπίδας έσβησε. Δεν μένει παρά η μαρτυρική νοσταλγία για τις Χαμένες Πατρίδες. Και τ’ άταφα οστά χιλιάδων ηρώων μας, που δεν πήραν εκδίκηση. Η Βασιλεύουσα δεν έπεσε το 1453, τον Σεπτέμβριο του 1922 πατήθηκε απ’ τους Τούρκους. Πέθανε κι ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς.»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΠΗΓΕΣ
ΧΑΜΕΝΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ Γιάννης Καψής – Εκδόσεις Λιβάνη
Η ΜΑΣΤΙΓΑ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ George Horton – Εκδόσεις Βιβλιοπωλείο της Εστίας
ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΙ ΚΑΙ ΚΕΜΑΛ Κώστας Φωτιάδης – ΕΨΙΛΟΝ Ιστορικά – ΣΜΥΡΝΗ, ΜΙΚΡΑΣΙΑ – Εκδόσεις Ελευθεροτυπίας
Η ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ Από το θρίαμβο στην καταστροφή – Περιοδικό Πόλεμος και Ιστορία
ΜΕ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ Νίκος Ζαχαριάδης – Εφημερίδα Ριζοσπάστης 12/7/1935
ΤΑ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑ ΤΟΥ ΚΚΕ – Ελ. Σταυρίδη
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ – Εκδοτική Αθηνών
ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΒΟΣΠΟΡΟΥ Χένρυ Μοργκεντάου – Εκδόσεις Δαμιανός