Sample Sidebar Module

This is a sample module published to the sidebar_bottom position, using the -sidebar module class suffix. There is also a sidebar_top position below the search.
ΤΡΟΦΗ ΓΙΑ ΣΚΕΨΗ

Search Our Site

της Ασημίνας Ντέλιου

Τώρα που πλησιάζουν Χριστούγεννα, η «Τροφή για Σκέψη» πήρε τα μονοπάτια της εσωτερικότητας…

Ο Χριστός γεννιέται σε λίγες μέρες, ο Θεός παίρνει σάρκα και έρχεται να συναντήσει τον άνθρωπο. Θα τα καταφέρει; Δυστυχώς τις περισσότερες φορές οι δρόμοι του Θεού και του Ανθρώπου δεν συναντιούνται… Χρειάζεται προσπάθεια από τον άνθρωπο.

Βούληση αλλά και αγώνας για να συναντηθεί με το Θεό. Μα… Ποιός είναι τελικά ο δρόμος που πρέπει να πάρει ο άνθρωπος για να Τον ανταμώσει;

Ας αφουγκραστούμε σήμερα τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη που μέσα από το έργο του «Ο Φτωχούλης του Θεού», (εκδ. Έθνος) μας ακουμπά μαλακά στον ώμο και υψώνοντας το δάχτυλο, μας δείχνει προς το φως…

«-Φράτε Λεόνε, φώναξε, ξύπνα ξημέρωσε.

-Ακόμα είναι σκοτάδι, αδερφέ Φραγκίσκο, αποκρίθηκα νυσταγμένος. Γιατί βιάζεσαι;

(…) –Όλη τη νύχτα δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Τα ξημερώματα έκλεισα τα μάτια και παρεκάλεσα το Θεό : Πατέρα άφησέ με να κοιμηθώ. Αργάτης είμαι, αργάτης δικός σου, έκαμα ο,τι μου παράγγειλες.

Στερέωσα τον Αη Δαμιανό, χόρεψα κι έγινα μπαίγνιο του κόσμου μέσα στην Ασίζη, παράτησα τον κύρη και τη μάνα μου, γιατί δε με αφήνεις να κοιμηθώ; Τι άλλο ζητάς από μένα; Δε φτάνει;

Κι ακούστηκε τότε από πάνω μου, όχι από πάνω μου, από μέσα μου, μια φωνή άγρια. Όχι δε φτάνει. (….) Δε φτάνει; Ρώτησα τρομαγμένος, τι άλλο το λοιπόν ζητάς από μένα; Σήκω πάνω, ξημέρωσε, έμπα στο δρόμο. Θα σταματήσω για χατίρι σου τη βροχή. Έμπα στο δρόμο και θ’ ακούσεις κουδουνάκια. Είναι ένας λεπρός, εγώ σου τον στέλνω. Πέσε πάνω του, φίλησέ τον, ακούς; Κάνεις πως δεν ακούς; Γιατί δεν απαντάς;

Δε βάσταξα πια. Δεν είσαι πατέρας του φώναξα, δεν αγαπάς τους ανθρώπους. Είσαι ανήλεος και παντοδύναμος και παίζεις μαζί μας. Άκουσες τώρα στο δρόμο που έλεγα του συντρόφου μου πως δεν μπορώ να αγγίξω λεπρό και ευτύς θες να με ρίξεις στην αγκαλιά της λέπρας. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος, πιο βολικός, να ‘ρθει ο κακόμοιρος ο άνθρωπος Θεέ μου να σε βρεί;

Τα σπλάχνα μου σκίστηκαν. Κάποιος γέλασε μέσα μου. Δεν υπάρχει, ακούστηκε σε λίγο η φωνή και κόπηκε απότομα.

Άκουγα ανατριχιάζοντας.

-Και τώρα; Είπα και κοίταξα με βαθύ πόνο το Φραγκίσκο (…)

-Τι τώρα; Έκαμε μαζεύοντας τα φρύδια. Δεν υπάρχει τώρα. Σήκω να πάμε να τον βρούμε.

-Ποιόν;

-Το λεπρό… αποκρίθηκε σιγά.

Βγήκαμε από τη σπηλιά. Ξημέρωνε. (…) Πήραμε τη στράτα, κατηφορίσαμε στον κάμπο (…) Άξαφνα ο Φραγκίσκος στάθηκε κατάχλομος. Με άρπαξε από το μπράτσο.

-Ακούς; Είπε σιγά.

-Όχι, τι;

-Κουδουνάκια…

Κι ως το ‘πε, άκουσα αλήθεια, μακριά ακόμα, από τον κάμπο κουδουνάκια. Σταθήκαμε κι οι δυο, το κάτωσάγουνο του Φραγκίσκου έτρεμε. Τα κουδουνάκια ολοένα ζύγωσαν.

-Έρχεται… τραύλισε ο Φραγκίσκος και ακούμπησε ολοτρέμουλος πάνω μου. Έρχεται…

-Να φύγουμε, να γλιτώσουμε, έκαμα εγώ κι άρπαξα το Φραγκίσκο από τη μέση, να τον σηκώσω να φύγουμε.

-Να πάμε πού; Να γλιτώσουμε από το Θεό, πώς; (…)Ε, λοιπόν, φράτε Λεόνε κάνε κόμπο την καρδιά σου, πάμε!

Τα κουδουνάκια πια ακούγονταν κοντά μας, πίσω από τα δέντρα, έφταναν. (…) Μα ο Φραγκίσκος είχε κιόλα πάρει φόρα, έτρεχε. Ο λεπρός είχε προβάλλει μέσα από τα δέντρα. Κρατούσε ένα ραβδί γεμάτο κουδούνια και το κουνούσε να το ακούν και να φεύγουν οι διαβάτες. Έτρεχε ο Φραγκίσκος με τις αγκάλες ανοιχτές, ο λεπρός τον είδε, σταμάτησε. Έσυρε ψιλή φωνή, σαν να φοβήθηκε. (…)Ζύγωσα κι εγώ από κοντά, κοίταζα με φρίκη. Η μύτη του λεπρού είχε σαπίσει, κι η μισή είχε πέσει, τα χέρια του ήταν χωρίς δάχτυλα, κούτσουρα. Και τα χείλια του μια πληγή κι έτρεχε.

Ο Φραγκίσκος έπεσε απάνω στο λεπρό, τον αγκάλιασε, έσκυψε και τον φίλησε στο στόμα. Κι ύστερα τον σήκωσε στην αγκαλιά του, τον σκέπασε με το ράσο του κι άρχισε να προχωράει αργά, βαριοπατώντας, κατά την πολιτεία, σίγουρα θα ‘ταν εκεί ‘κανα λεπροκομείο να τον αποθέσει. (…) Ο ήλιος είχε ανέβει, ζυγώναμε. (…)

Κι άξαφνα είδα το Φραγκίσκο να σταματάει απότομα. Έσκυψε μεμιάς, αναμέρισε το ράσο να ξεσκεπάσει το λεπρό. Κι ολομεμιάς έσυρε φωνή μεγάλη. Το ράσο ήταν αδειανό! (…) Μα το πρόσωπό του έλαμπε, έκαιγε, μουστάκια, γένια, μύτες, στόματα, όλα είχαν αφανιστεί μέσα στη φλόγα. Κυλίστηκε χάμω , ξάπλωσε πίστομα κι άρχισε να φιλάει το χώμα και να κλαίει. (…) εν ήταν λεπρός, ήταν ο ίδιος ο Χριστός κι είχε κατέβει στη γης λωβιασμένος να δοκιμάσει το Φραγκίσκο. (…)

-Φράτε Λεόνε, είδες; Κατάλαβες;

-Είδα αδερφέ Φραγκίσκο, είδα, μα δεν κατάλαβα παρά ετούτο: ο Θεός παίζει μαζί μας.

-Εγώ φράτε Λεόνε κατάλαβα τούτο: όλοι οι λεπροί, οι σακάτες, οι αμαρτωλοί…(…) Όλοι ετούτοι, μουρμούρισε, αν τους φιλήσεις στο στόμα, συγχώρεσέ με Θεέ μου, γίνουνται Χριστός.»

Σας εύχομαι από καρδιάς ολόφωτα, πνευματοφόρα Χριστούγεννα!

-- ΟΛΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΕΙΝΑΙ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΤΟΥΣ --

Όλα τα άρθρα που δημοσιεύονται εκφράζουν αποκλειστικά αυτούς που τα υπογράφουν και οι οποίοι είναι και υπεύθυνοι των γραφομένων τους. ο ΔΙΑΥΛΟΣ δεν φέρει καμία ευθύνη για τις απόψεις που εκφράζονται, όταν αυτές υπογράφονται.