Κάποιες φορές η ζωή σε σηκώνει ξαφνικά από τον πάγκο που κάθεσαι ήσυχα και σε ρίχνει μέσα στον αγώνα της, χωρίς να σε ρωτήσει πόσο χρονών είσαι, αν εσύ το θέλεις ή αν είσαι έτοιμος για αυτήν την δοκιμασία.
Ήταν απόγευμα στις 10 Ιουνίου του 1944 όταν Γερμανοί Ες Ες μπήκαν στο Δίστομο και δολοφόνησαν 218 κατοίκους. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, νέους, γέρους, μωρά.
Ο μικρός Αργύρης Σφουντούρης ήταν μόλις τεσσάρων χρονών και ένας από τους λίγους επιζήσαντες της σφαγής που είδε με τα ίδια του τα μάτια την τραγωδία. Εκείνη την ημέρα σκότωσαν και τους δύο γονείς του. Την μητέρα του μάλιστα την εκτέλεσαν τρία χιλιόμετρα έξω από το χωριό όταν την συνάντησαν στο δρόμο να επιστρέφει με το κάρο.
Δεν λυπήθηκαν ούτε το άλογο της.
Ο αγώνας του μικρού Αργύρη ξεκίνησε από εκείνο το απόγευμα και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο της Ελβετίας. Σπούδασε πυρηνική φυσική, αστροφυσική, φιλοσοφία και παιδαγωγική. Ανέπτυξε έντονη κοινωνική και πολιτική δράση.
Το βιβλίο «Θα μείνω για πάντα εκείνο το τετράχρονο αγόρι» περιγράφει τον σκληρό αγώνα της ζωής του. Τον αγώνα που έχει τελικό στόχο την δικαίωση των αθώων νεκρών του Διστόμου απέναντι στην ένοχη Γερμανία. Μια Γερμανία που δείχνει με το δάχτυλο τους Έλληνες και δεν τους χαρίζει ούτε ένα ευρώ, ενώ η ίδια, όχι μόνο αρνείται να πληρώσει τις καταστροφές που προξένησε σε μια ολόκληρη χώρα κατά την διάρκεια του πολέμου, αλλά ούτε το δάνειο το δικό της που πλήρωσε η φτωχή και κατεστραμμένη Ελλάδα δεν θέλει να αναγνωρίσει.
Ας μην λησμονούμε βέβαια και τους ντόπιους συνεργάτες τους που δυστυχώς δεν έλειψαν σε καμία ιστορική περίοδο και οι οποίοι άλλοτε για ένα σακί αλεύρι, άλλοτε για μία παχυλή μίζα και άλλοτε απλώς για μία καρέκλα εξακολουθούν προκλητικά να τους υπηρετούν μέχρι σήμερα.
Ο αγώνας όμως συνεχίζεται και ίσως στο τέλος να μην κερδίσουν πάλι οι Γερμανοί.
του Πάνου Τσεπενέκα