Άλογα, άλογα τρέχουν
αφρισμένα. Άλογα τρέχουν
μες στο μυαλό μου .
Εγώ κτίζω και αυτά ποδοπατούν,
αυτά κτίζουν και οι θαλασσες
τα σκορπάν όλα .
Κύματα αφρισμένα, άσπρα, μολυβί ,
μπλε σκούρα.
μανίες του Ποσειδώνα και του Αι Νικόλα.
περπατώ μέσα στην βροχή,
με την άσπρη την καμπαρτίνα μου.
Ναι εκείνη.
Εκείνη που την μοιραζόμασταν
στις πορείες του Νοέμβρη,
τότε που πλήθος φοιτητές
θέλαμε να πούμε κάτι
και όλο τον μπάτσο βρίζαμε.
Τώρα άλογα, άλογα τρέχουν
στο μυαλό μου και ποδοπατούν
την σκέψη μου.
Πόσο κρύο κάνει.
Και όσες φορές βάζω το χέρι στην
μέσω τσέπη για σπίρτα,
ενώ το ξέρω ότι δεν είναι εκεί,
πάντα πιάνω την φωτογραφία σου .
Θάλασσες ,θάλασσες όλα τα σκορπάν.
Μες τα νησιωτικά σοκάκια
τώρα άλογα ,άλογα τρέχουν
και τα πέταλα πετάνε φωτιές,
καθώς χτυπάν στην σιδερόπετρα
και καίνε το μυαλό μου.
Εκείνη η φωτογραφία σου
στην μέσω τσέπη
της άσπρης καμπαρτίνας μας,
θα είναι πάντα εκεί.
Να μου θυμίζει την νιότη μου
και ένα γλυκό πόνο