Σε κάποια θάλασσα πλατιά
δακρύζω την αλμύρα,
διπλώνοντας στεγνό πανί
τον ψεύτικο έρωτα σου.
Κι όλο ξορκίζω την άχαρη ζωή
κάθε αυγή κοιτώντας το δελφίνι,
παρηγοριά που με κρατεί
να καβατζάρω το ακρωτήρι.
Πώς να δικάσω την ζωή
που πέρασα μαζί σου,
διπλό φιλί μες στο μυαλό
στο καπηλειό το φτύνω.
Κι όλο κοντράρω στον καιρό
που κόντρα φάτσα με κρατεί,
σαν να μην θέλει στην στεριά να βγω
να μην σε ανταμώσω.
και πόνους γράψω στην καρδία
δυο χαρακιές στα χείλη,
οινόπνευμα μες το γυαλί
σβηστήρι της ψυχής μου.