Του Γιάννης Καρατζούδη (Μηχανικού)
Αυτήν την νύχτα σε καλώ
έξω από το κάστρο του νησιού,
γι’αυτό, από την πολυθρόνα σήκω.
Δεν είμαι άλλος, δεν είμαι αυτός,
που χρόνια καρτερείς,
χόρεψε με στο αγνάντι, για να σου ανήκω.
Τρύπα την στέγη να δεις τα αστέρια,
στο Ζα και στο Φανάρι, παρατημένη Αριάδνη,
αθανασία στον Διόνυσο που χάρισες.
Μέσα στα στενά, κάτω από τις καμάρες
δεν θα γλιτώσει απόψε η νύχτα,
θα την κρατήσω και καληνύχτα να μην πεις.
Χορεύει ο έρωτας πάνω από το νησί σου,
με δυο ποτά και ένα χορό,
τον Διόνυσο ξαφνιάζει, η ξύπνια η Αριάδνη.
Σε αυτό το δρόμο που καθρεφτίζει το φανάρι της ζωής,
μέσα στο κόσμο που πηγαίνει και έρχεται,
ξετρελαμένη από ζωή μαυρομαλλούσα, χόρεψε.
Και το πρωί στο αγνό γυαλί του Γκρότα,
αγνή διάφανη ψυχή, γυμνά κορμιά,
στην θέα των Μηκώνων χαμογέλα.
από τα ερωτικά