Σήμερα ψάχνοντας ένα παλιό μπαούλο στην αποθήκη, βρήκα εκείνο το μικρό ημερολόγιο που τόσα χρόνια το είχα ξεχασμένο.
Σίγουρα ήταν ο δικός μου γραφικός χαρακτήρας. Γράμματα μπερδεμένα, φοβισμένα, πότε ευθυτενή, πότε στραβογραμμένα. Μερικά σαν να τρέμουν ακόμη.
Αυτές οι κιτρινισμένες από τον χρόνο σελίδες, με είχαν βάλει σε σκέψεις.
Πόσο είχαν σημαδέψει, άραγε, αυτές οι παιδικές γραμματοσειρές τις γραμμές της ζωής μου;
Ο φόβος είναι αλήθεια, ποτέ δεν με εγκατέλειψε. Πορευτήκαμε μαζί μέχρι τώρα.
Μπερδεμένα τα προσωπικά δεδομένα μου. Όπου έβλεπα πινακίδα «μην αγγίζετε», εκεί ακουμπούσα. Ότι έβρισκα άχρηστο, χρήσιμο προσπαθούσα να το κάνω .
Ανήμπορη να βλέπω τις φωτιές, έχανα τον δρόμο μου από τον καπνό τους.
Με όπλιζε η περιφρόνηση και με αποδυνάμωνε η περηφάνια. Είχα εκπαιδεύσει τον εαυτό μου να βλέπω τα κοράκια ως άσπρα περιστέρια.
Και την αγάπη; Αυτή την έζησα μόνο στις φθορές της.
Τώρα πια έχω περάσει στην άλλη πλευρά, αυτή του μίσους. Προτιμώ την οργή που γλυκά γλυκά με σκληραίνει.
Τώρα θα με βρεις έτοιμη και δυνατή. Κι αν τολμήσεις να με ακουμπήσεις, τα στραβογραμμένα μου γραμματάκια θα σε εκδικηθούν.
Αυτές οι παιδικές γραμματοσειρές, τελικά, με είχαν στοιχειώσει.
Φυλάξου τώρα. Είμαι στοιχειωμένη.
Φυλάξου από τα αποκαΐδια μου, που σαν βροχή έχουν πέσει πάνω στην παγωμένη σάρκα μου.
Ανήμπορη πια σε πόνους, χαρές, έρωτες. Ούτε κινείται αλλά ούτε και ακίνητη είναι.
Βρίσκομαι απλώς σε ένα πονηρό σκοτάδι να με ρουφάει για πάντα.